Dankeschön! Bitteschön!

2020-11-23

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,


Τώρα με τον κορονιό, ο βήχας πλέον δεν κρύβεται. Βήχεις μία στη στράτα και γυρνάνε και σε κοζάρουν ακόμα και τα φανάρια ναούμ. Και μιας και είμαι λίγο κρυωμένος  και βγήκα krank ( ήτοι αρρωστάκι) έμεινα τούφα στα τσόλια μου και ενεθυμήθην σκηνικό προ τετραετίας, ότε ήμην ακόμη νουμπάς στην Ντοϊτσλάνδη, μαντάμ. Άκου τι ωραία στα εξηγάει ο Αγλέορας...

Γριπωμένος και κλινήρης ήμανε και, τέτοια εποχή σ'μά κοντά, μετά από δυο πιάτα fuckές, πέντ εξ ωμά σκόρδα Τσερνομπίλ, μηλόξυδα, μπούκοβα, ελίτσες θρούμπες, φέτα βαρελίσσα, ένα καρβέλι ψωμί πολύσπορο, συν ενάμισο λίτρο κωακώλα και μια κανάτα πυροσβεστικό ύδωρ, έχω οριζοντιώσει το σαρκίο μου στο ντιβάνι, ακούνητος ωσάν σακί με τσιμέντο ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, κυοφορώντας Βεζούβιους στο εντερικό μου σύστημα, με το βλέμμα καρφωμένο στο μουχλιασμένο μου ταβάνι και την ψυχή στην πατρίδα. Μια αρχικά ανεπαίσθητη, πλην όμως σταδιακά επιδεινούμενη ένδειξη εκρήξεως αιωρείται στην ατμόσφαιρα, η πλήρης εφαρμογή του λογοτεχνικού μοτίβου της "σιγής του Κόσμου", προσφιλούς στον Διονύσιο Καπνιστό Σολωμό, δίκην προοικονομίας εξωπραγματικών καταστάσεων ή της εμφάνισης κάποιας θεότητος ξερωγώ. Αλλά αυτά μπορεί να στα εξηγήσει καλύτερα μια ξαναμμένη φιλόλογος, που' χει να επιδείξει και κάλλη, ενώ ο μαλάκας ο Αγλέορας έχει μόνο πάχη.

Κι εκεί που χω κουλάρει αεριζόμενος κατά ριπάς έμπροσθέν τε και όπισθεν, αμφοτέρωθεν ασούμ, αιστάνομαι απ' τους όνυχας των πόδων μου μια δόνηση ωσάν κομπρεσέρι να διαπερνά το κορμί μου, για να καταλήξει στο στομάχι, με αποτέλεσμα να σηκωθώ ως τάχιστα για να γλιτώσω πιθανή αναρρόφηση. Ένας απόκοσμος, εσχατολογικός βρυχηθμός απ' τα έγκατα του τάφου του Ναβουχοδονόσορος, κροκοδειλέ και παρατεταμένος, σαν πριονοκορδέλα, έρχεται βιαίως να ξεσκίσει τη μεσημεριανή μου ραστώνη της Ruhezeit, με μια πορδή κομπολογάτη να σφραγίζει ηρωικά το φινάλε, σαν βουλοκέρι σε ραπόρτο, αφήνοντας με fade out και μερικά σπυριά φακής -ες ανάμνησιν ναούμ και τα λοιπά- πα στο μποξεράκι μου με τον διάολα τση Ταζμανίας...

Λεύτερος πια, ανακουφισμένος που πήρε μπρος το σαράβαλο στον ανήφορο, γυρίζω ετσαδάς στο πλάι να ανάψω ένα μισαδάκι απού'χα αφήσει πρωτύτερα και τι να δω; Η Γερμανίδα υπερήλιξ γειτόνισσά μου, η Χάικε, έχει βγάλει σαν κφόγουρνο το κεφάλι της απ' το γειτνιάζον μπαλκόνι της με το δικό μου και μου γνέφει να πάω κατά κει. Σηκώνομαι εν τέλει μετά από κάνα πεντάλεπτο και μου δίνει μια αλοιφή για αιμορροΐδες.

"Es ist Bayer. Tut sehr gut". Κάνει καλό, μου λέει...

" Μισό, ψυχούλα μου" της λέω. Και πάω στην κουζίνα κι επιστρέφω μ' ένα σφαλιστό αλουμινόχαρτο.

" Bitte sehr, meine liebe. Kief aus Griechenland" Ορίστε, καρδούλα μου. Χασίσι ελληνικό! της λέω. " Tut sehr gut" Κάνει πολύ καλό, ναούμ...

Ανταλλάξαμε guten Nachmittag, είπαμε καμιά κοσπενταριά φορές " dankeschön" και "bitteschön", ως είθισται τοις Ούννοις και πούλεψα φτερωτά στη ντουαλέτα. Μία. Δύο. Τέσσερις. Εφτά. Αυτή η αλοιφή, μαντάμ, μου έσωσε την κωλοτρυπίδα εκείνο το μουχλιασμένο απομεσήμερο του γαμημένου έτους 2016, με την τεράστια διαφορά ότι δεν είχαμε κορονιούς, καραντίνες, σχιζοφρένειες, αυτοκτονίες, θανατικά και το μουνί της καριόλας. Έχεις σακουλευτεί καθόλου πού έχουμε μπλέξει; Ή να το γυρίσουμε στα μεσημεριανάδικα, να μη χαλάω σάλιο άδικα;


Με αγάπη, Αγλέορας

Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε