Κλαζμεντέν και χεζμεντέν
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Περί κλασ(ι)μάτων ο Λόγος. Σε ρόλο αριθμητού μποθέσωμεν πως έχομεν τρεις διαφορετικές εκδοχές ενός
κοινού παρονομαστού, ήτοι μιας συγκεκριμένης σκηνής του ανθρωπίνου βίου.
Φερειπείν, το στρώσιμο του συζυγικού κρεβατιού για τη νυχτερινή τούφα.
Προ πεντηκονταετίας, να πούμε, η γυναίκα θα το είχε στρώσει από μαναχήτς
κι ο άντρας θα την νταχτάριζε ετσαδάς στην πλάτη δίκην φιλοφρονήσεως
και ένδειξης αναγνώρισης του έργου της, ίσως της έστριβε και τη ρώγα αριστερά στα FM για να πιάσει Μόσκοβα. Προ τριακονταετίας το έστρωνε
μετά από προτροπή- κόλαφο του πασοξή διωρισμένου συζύγου: 'Ρε γυναίκα
δεν στρώνεις να την πέσουμε γαμώ το σπίτι μου, άντε μπράβο;" και ως επί
το πλείστον αγογγύστως. Άντε να της έπιαναν - οι πιο ρομαντικοί της
εποχής- λίγο το κωλαράκι, να κάπως έτσι "ζάάτςς" .

Σήμερα, δε, το στρώνουν είτε από κοινού, είτε εκ περιτροπής, γιατί πότε ο είς τυγχάνει τη μπέμπα ξεσκατίζων βωμολοχών εν τω άμα, πότε η μήτηρ αδειάζει τα βυτία της με την ελεκτρομάνικα για να μη σπαργώσει να πούμε και γάμησέ τα, πότε ο ένας χέζει διαβάζοντας εφημερίδα, πότε η άλλη μιλάει στο σκάιπ με τη συννυφάδα της κουνιάδας του μπατζανάκη της παλιάς της συγκατοίκου, που' τανε και καλό μουνί, η Βασούλα απ' τη Ραψάν' κοντά στη Λάρ'σα, άμα ξερς, και βασικά, άμα λάχει, δεν το ξεστρώνουν και ποτέ μωρή κοκόσα με τα μπικουτί και τη γαβάθα με τα γαριδάκια, ναι, εσένα λέω μωρή, γιατί μία που ξυπνάνε και το μπούλο, μία που γυρνάνε και μπαούλο, μέρχις να ξυπνήσουν πάλε και να τσιτώσουν ωσότου επιστρέψουν πάλε στον "φορτιστή τους" για να κλάσουνε πατάκες γιαχνί στη μπόχα της ηλεχτρικιάς κουβέρτας του ηλεχτρονικού φερέτρου-φορτιστή τους..
Με αγάπη, Αγλέορας