Μεταμεσονύχτια υπογλυκαιμία
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Έχω
την εντύπωση πως η μεγάλη θλίψη στη ζωή του άνθρωπα είναι απόρροια του
έμφυτου παρτακισμού του- και δεν ειρωνεύομαι, δεν κακολογώ. Δώσε βάση
στην πενιά και βγάλε το τσάι απ' το όμμα τση κουζίνας να μην έχεις ιστορίες να
ουμ. Κάθε που βλέπω να παίζει μπάλα η ομάδα που αγαπούσα πιτσιρικάς,
νιώθω σκιρτήματα εντός και - δεν το κρύβω- αν τύχει και μπει γκολ,
πετάγεται σαν τσαπού από μέσα μου εκείνος ο κάφρος ο έφηβος με τη
βλαχοχαίτη και τις μέταλ κονκάρδες στο ξεβαμμένο τζιν μποφάν, με
χριστοπαναγίες, γαμησόλογα, κωλοδάχτυλα και λεξιλόγιο, εν γένει, απ' το
"πανεπιστήμιο" της κερκίδας. Στην πορεία της ζωής μου, ωστόσο, έχω μάθει
καλά ότι "μπάλα, πρέζα, Αμυγδαλέζα", ότι "όπιον των μαζών", ότι
"ξέπλυμα χρήματος από αρχιμαφιόζους" και "ποια φανέλα και ιδεολογία βρε
αρχιπαπάρα κοιμίση;"; Το ξέρω καλά πλέον. Ο αθλητισμός είναι, μετά τη
θρησκεία, το εκλεκτόν αφιόνι του μικροαστούλη και δεν είναι σωστό να με
συνεπαίρνει η καύλα του λοβοτομημένου οπαδού, εμένα, έναν ...σπουδαγμένο
ασούμε.

Οκ, ρε μάνγκα! Τα βλέπω. Αλλά κάθε που κοζάρω μπάλα και γίνομαι κάφρος δεν το κάνω για τη μπάλα. Ούτε για την ομάδα (my ass...). Βγαίνει ασυναίσθητα εκείνος ο θαμμένος και ξεχασμένος πιτσιρικάς, ο γεμάτος ορμή, ενθουσιασμό και καύλα για να μου υπενθυμίσει πόσο μαλάκας έχω καταντήσει και, ενώ η ζωή καλπάζει σε τριακοστά δεύτερα, εγώ ακόμα προσπαθώ να μάθω το Ζειμπέκικο της Ευδοκίας σε ξεκούρδιστο μπαγλαμά, βαφτισμένο σε σορόπχια από μπακλαβά, από' να ταψί πο' χω κάτω απ' το κρεβάτι μου δίκην μεταμεσονυκτίας υπογλυκαιμίας. Αντιλαβού, για να το κάνω φραγκοδίφραγκα;
Με αγάπη, Αγλέορας