Ο Ωπαλάκιας
Αγαπημένο μου ημερολόγιο,
Ένας χαραχτηριστικός τύπος ελληναρόψυχου τελεμέ διαίτης είναι κι ο λεγόμενος "ωπαλάκιας", επειδή λέει συχνά, στις ταβέρνες όπου τρωγοπίνει, το μακροσκελές επιφώνημα "ωωωπαλάκιααααα". Θα τονε πετύχεις σε τραπέζι κυρίως γυναικώνε να βγάνει σέλφι πότε με τη μία και πότε με τη νάλλη, φωνασκώντας "ωωωπαλάκιαααα", αλλά σπανίως γαμεί γιατ είναι και κάποιας ηλικίας, βαψομαλλιάς, με πουλοβεράκι ερυθρούν πάν απ το ποκάμισό του και παπουτσάκι παντοφλέ ξεκάλτσωτο. Την ώρα- δε- που σκάει το γκαρσόνι με τη λυπητερή προσποιείται τηλεφώνημα και βγαίνει όξω απόχει σήμα ντεμέκ όταν τονε καλάνε και μετά:
" Ποιος πλέρωσε κυρίες μου;"
" Δεν πειράζει κύριε Κλεισθένη μας. Την επόμενη φορά κερνάτε εσείς, δεν χάλασε κι ο κόσμος δα"
"Ωωωπαλάκιααααα" και βγαίνει ζάχαρη η μουχρίτσα. Παλιά του τέχνη κόσκινο, μαντάμ.

Θα τονε πετύχεις πάλε να παίζει ΚΙΝΟ σε κάνα προποτζίδικο, φωνασκώντας "ωωωπαλάκιααααα" κάθε που σκαγε η τετράς και τα λοιπά. Όπως άλλωστε να ψέλνει τη Μεγάλη Βδομάδα και αντί για γενεαί πάσαι να του ξεφεύγει "ωωωπαλάκιααααα", άσε δε την Κυριακή του Πάσκα που γυρνάει πόρτα πόρτα το χωριό και κλάνει πατώκορφα - στην κούτρα και στο τζαμπαντάν το άτομο- στα κοψίδια και τα ξύδια κι αρχινάει κόκκαλο τα " ωωωπαλάκιααααα" και τονε κάνουν χάζι οι έσχατοι των εσχάτων, που περνιούνται για σένιοι και νορμάλ, ενώ στην πραγματικότητα είναι ντιπ για τον πέοντα ζαλίνγκα ναούμ. Τέτοιοι μαλάκηδες, το λοιπόν, ευδοκιμούν ναούμ στην πολυαγαπημένη Ελλαδίτσα μας κι ακόμη τρις χειρότεροι ξερωγώ και τα λοιπά. Ομοίως και στας Ευρώπας...
Με αγάπη, Αγλέορας